Καρπάθια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Καρπάθια | ||
γενική | των | Καρπαθίων | ||
αιτιατική | τα | Καρπάθια | ||
κλητική | Καρπάθια | |||
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Καρπάθια < εννοείται όρη → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /kaɾˈpa.θi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Καρ‐πά‐θι‐α
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Καρπάθια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- τα Καρπάθεια Όρη: οροσειρά της Ευρώπης, η οποία εκτείνεται σε Ουκρανία, Ρουμανία, Πολωνία και Σλοβακία
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Καρπάθια στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Καρπάθια
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπο' χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς ενικό (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οροσειρές της Ευρώπης (νέα ελληνικά)
- Οροσειρές (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ευρώπης (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)