γαλλισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γαλλισμός < Γάλλ(ος) + -ισμος, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική gallicisme[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɣa.liˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γαλ‐λι‐σμός
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γαλλισμός αρσενικό
- ιδιωματισμός της γαλλικής γλώσσας
- χρήση γαλλικής σύνταξης ή έκφρασης σε άλλη γλώσσα
- η αντιγραφή των τρόπων, των ηθών και εθίμων των Γάλλων από τρίτους[2]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γαλλισμός
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ γαλλισμός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Ηλίας Ιω. Καμπανάς, Μονοτονικό Λεξικό της Δημοτικής: Ορθογραφικό, Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό (Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά 1990)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ισμος (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)