абажур

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

абажур (bg) αρσενικό

  1. το αμπαζούρ



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

абажур (sr) (λατινική γραφή: abažur) αρσενικό

  1. το αμπαζούρ