underpass
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
underpass | underpasses |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]underpass (en)
ενικός | πληθυντικός |
underpass | underpasses |
underpass (en)