villa

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
villa villas

villa (fr) θηλυκό

  1. η πλούσια εξοχική κατοικία στην Ιταλία
  2. η σύγχρονη εξοχική κατοικία με κήπο, η έπαυλη



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

villa (la)

  1. φάρμα



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

villa (hu)