knock on wood
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]knock on wood (en)
- (ιδιωματισμός, αμερικανικά αγγλικά) χτυπάω ξύλο, για να ξορκίσω τη γρουσουζιά
knock on wood (en)