Με τη γενική ονομασία μεταλλεία Λαυρίου φέρεται μια σειρά μεταλλείων και μεταλλευτικών εγκαταστάσεων που υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή του Λαυρίου και έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης επί περίπου 5.000 χρόνια. Τα μεταλλεύματα του αργύρου στη περιοχή του λαυρίου είναι κυρίως μεταλλεύματα μολύβδου και αργύρου.

Κορινθιακό αγγείο με απεικόνιση των εργαζομένων σκλάβων στα μεταλλεία Λαυρίου. 5ος π.Χ. αιώνας

Ιστορικό

Επεξεργασία
 
Επίπεδο πλυντήριο εμπλουτισμού του αργυρομολυβδούχου μεταλλεύματος δίπλα από το αρχαίο θέατρο Θορικού (4ος αι. π.Χ.)

Τα μεταλλεία στην περιοχή του Λαυρίου είναι από τα αρχαιότερα μεταλλεία στον Ελλαδικό χώρο. Η μεταλλευτική δραστηριότητα σε αυτά χρονολογείται από το 3.000 π.Χ., (ίχνη εξορύξεως χαλκού στην περιοχή Θορικού) αλλά η συστηματική εκμετάλλευσή τους αρχίζει με τη γέννηση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας το 508 π.Χ. από τον Κλεισθένη[1] Τα μεταλλεία του Λαυρίου υπήρξαν η κύρια πηγή πλούτου της Αθήνας κατά την κλασική εποχή (5ος και 4ος π.Χ. αιώνας). Η πρώτη ενέργεια που βασίστηκε στα μεταλλεία αυτά υπήρξε προγενέστερη της εγκαθίδρυσης της Δημοκρατίας, όπως αυτή τοποθετείται από τους ιστορικούς: Ήταν η κοπή ενός από τα πρώτα αργυρά νομίσματα στον κόσμο, της αθηναϊκής δραχμής, γύρω στο 580 π.Χ. Γύρω στα 512 π.Χ. η Αθήνα υποχρεώθηκε να βασιστεί αποκλειστικά στα μεταλλεία του Λαυρίου, καθώς οι Πέρσες είχαν εισβάλει στη Βόρεια Ελλάδα. Οι πρόσοδοι από τα μεταλλεία αυτά έγιναν αισθητές γύρω στο 500 π.Χ., ενώ οι πολεμικές προετοιμασίες απόκρουσης των Περσών (Μάχη του Μαραθώνα) βασίστηκαν στον άργυρο που εξορυσσόταν στα μεταλλεία. Το 482 π.Χ. εντοπίζεται ένα νέο μεγάλο αργυρούχο κοίτασμα στην περιοχή και ο Θεμιστοκλής πείθει τους Αθηναίους να διατεθούν τα προερχόμενα από αυτό έσοδα για την κατασκευή ενός ισχυρού στόλου. Η Αθήνα διέθετε ήδη 70 πολεμικά πλοία και με τα χρήματα από τα μεταλλεία κατασκεύασε άλλα 130. Με τα πλοία αυτά η Αθήνα κατάφερε να αποκρούσει τις δυνάμεις του Ξέρξη, ο οποίος έχοντας περάσει τις Θερμοπύλες κατέβαινε προς την πόλη. Ο αθηναϊκός στόλος, έχοντας αποκτήσει την απαιτούμενη ισχύ, καταναυμάχησε τον Περσικό στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, στερώντας έτσι τις Περσικές δυνάμεις ξηράς από τις προμήθειες και τη δυνατότητα ανεφοδιασμού τους.[2]

 
THE LAVRION “ARGYRITIS LAND” AND THE VICTORIOUS NAVAL BATTLE OF SALAMIS. LAVREOTIKI THEN AND NOW

Τα μεταλλεία έχασαν προσωρινά την αξία τους, όταν η Αθήνα έχασε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Επανήλθαν προσωρινά σε αξιόλογη εκμετάλλευση επί εποχής Λυκούργου κατά τον 4ο αιώνα, ωστόσο η ανακάλυψη νέων μεταλλείων στη Βόρεια Ελλάδα και η αθηναϊκή παρακμή τα έθεσαν στο περιθώριο. Τελικά, οι μεταλλευτικές δραστηριότητες διακόπηκαν ολοσχερώς τον 2ο αιώνα, επειδή, πρώτον η εξόρυξη, φθάνοντας σε βάθη 100 μ., συνάντησε νερό στις στοές, δεύτερον, οι Ρωμαίοι βρήκαν πολύ δύσκολη και την επεξεργασία του μεταλλεύματος και τρίτον, οι Ρωμαίοι άρχισαν την εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων αργύρου στην Ισπανία, με αποτέλεσμα τα μεταλλεία Λαυρίου να χάσουν τα πρωτεία στην παραγωγή αργύρου παγκοσμίως, μια θέση που κατείχαν για σχεδόν μία χιλιετία.

Υπολογίζεται ότι από τον 7ο μέχρι το 1ο αιώνα π.Χ. από τα μεταλλεία εξορύχθηκαν 3.500 τόνοι αργύρου και 1.400.000 τόνοι μολύβδου.[3] Η μέγιστη παραγωγή παρατηρήθηκε κατά τα κλασσικά χρόνια με μέση ετήσια παραγωγή 30 τόνους αργύρου.

Νεότερα χρόνια

Επεξεργασία
 
Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου (Τ.Π.Π.Λ.)
 
Μετοχή του 1873 της εταιρείας Τα Μεταλλουργεία του Λαυρίου
 
Hilarion Mine,Καμάριζα, Λαύριο, Αττική
 
Μετοχή της Compagnie francaise des mines du Laurium που ιδρύθηκε το 1875
 
Μετοχή του 1909 της εταιρείας Τα Μεταλλουργεία του Λαυρίου

Τα μεταλλεία παρέμειναν σε αδράνεια μέχρι το 19ο αιώνα μ.Χ. Το 1860 ο Ανδρέας Κορδέλλας (1836 - 1909), μεταλλειολόγος γεννημένος στη Σμύρνη με σπουδές στο Φράιμπουρκ της Γερμανίας επισκέπτεται την περιοχή και διαβλέπει σημαντική οικονομική προοπτική με την ανάτηξη των σκωριών και την επεξεργασία των εκβολάδων[4]. Έρχεται σε επαφή με τον Τζιανμπατίστα Σερπιέρι (1832-1897), Ιταλό επιχειρηματία, του οποίου η οικογένεια ήδη ασχολείτο με παρόμοιες εργασίες εκμετάλλευσης σκωρίας ρωμαϊκής εποχής ορυχείων στο Κάλιαρι της Σαρδηνίας. Ο Σερπιέρι διαβλέπει επίσης την οικονομική δυνατότητα που του προσφέρει το Λαύριο και, το 1864, ιδρύει την εταιρεία "Roux - Serpieri - Fressynet C.E." (ή "Hilarion Roux et Cie") εν μέρει με δικά του κεφάλαια αλλά και με συμμετοχή του γαλλικού (έδρα στη Μασσαλία) τραπεζικού οίκου "I. Roux-Fressynet". Η εταιρεία διατηρείται μέχρι το 1873, έχοντας μετονομαστεί σε "Ελληνική Εταιρεία των Μεταλλουργείων Λαυρίου", κατασκευάζοντας εγκαταστάσεις στο λιμένα του Λαυρίου, στη θέση "Εργαστηριάκια" και αναλαμβάνει την παραγωγή αργυρούχου μολύβδου από τις σκωρίες. Το 1865 διαθέτει 18 καμίνους, εγκαταστάσεις μεταλλοπλυσίας, μηχανουργείο και σιδηρόδρομο, απασχολώντας, το 1867, 1.200 εργαζόμενους, τεράστιο αριθμό για την εποχή.

Το 1869 ανακύπτει το Λαυρεωτικό ζήτημα, καθώς η εταιρεία διεκδικεί από το ελληνικό κράτος τις αρχαίες εκβολάδες, με αποτέλεσμα τη σύγκρουσή της με αυτό. Η λύση στο ζήτημα που προέκυψε ήταν, μετά από διαπραγματεύσεις, να δημιουργηθούν δύο εταιρείες: Η Εταιρεία των Μεταλλουργείων Λαυρίου (ελληνική) και η "Μεταλλεία Καμάριζας" (1873). Το 1876 η δεύτερη παραχωρεί τη θέση της στην γαλλική εταιρεία "C.F.M.L. (Compagnie Francaise des Mines du Laurium)", την οποία ιδρύει και πάλι ο Σερπιέρι και κατασκευάζει νέο εργοστάσιο στη θέση "Κυπριανός".

Η εταιρεία αυτή θα επιζήσει μέχρι το 1877 και το Λαύριο ακολουθεί έκτοτε την πορεία των δύο νέων εταιρειών: Οικίες και καταστήματα ανήκαν στις εταιρείες, που έχουν αναλάβει και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των εργαζομένων, την κατασκευή σχολείων, ναών, λιμενικών εγκαταστάσεων.[1]. Το 1880 εμφανίζεται η πρώτη σοβαρή κρίση: Οι τιμές του μολύβδου πέφτουν διεθνώς και οι εταιρείες αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση. Το βασικό πλήγμα και στις δύο το επέφερε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Το 1930 η ελληνική εταιρεία εκποιείται σε μια βρετανική, η οποία διακόπτει τις εργασίες, ενώ η γαλλική συνεχίζει, αλλά με μειωμένες δραστηριότητες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και ενώ ο πληθυσμός της πόλης έχει μειωθεί κατά 50%, εγκαθίστανται σε αυτήν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, που της δίνουν νέα ζωή. Η γαλλική εταιρεία επιζεί και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και, τη δεκαετία του 1950, αρχίζει και πάλι η εντατική εκμετάλλευση των σκωριών, των εκβολάδων και των μεταλλείων. Η εταιρεία, ωστόσο, αναγκάστηκε να διακόψει τις μεταλλευτικές της δραστηριότητές το 1977 και τις μεταλλουργικές το 1982, ως συνέπεια της αποβιομηχάνισης που επεκτάθηκε σε όλη τη χώρα τη δεκαετία του '80. Τότε δημιουργήθηκε στη θέση της η κρατική εταιρεία ΕΜΜΕΛ (Ελληνική Μεταλλευτική Μεταλλουργική Εταιρία Λαυρίου) η οποία διέκοψε την λειτουργία της το 1989. Οι περισσότερες μονάδες διέκοψαν τη λειτουργία τους και περισσότερο από το 20% των κατοίκων της πόλης, έχοντας πληγεί από την ανεργία, την εγκαταλείπουν. Το 1992 το εργοστάσιο της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου στον Κυπριανό ήρθε στην κυριότητα του Υπουργείου Πολιτισμού, κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο και παραχωρήθηκε στο ΕΜΠ, το οποίο το 1995 δημιούργησε εκεί το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου[5][6].

Η γεωλογία και τα μεταλλεία

Επεξεργασία
 
Μνημείο των εργατών μεταλλωρύχων στην πλατεία Λαυρίου.

Η κύρια γεωλογική δομή της Λαυρεωτικής αποτελείται από δύο κύριες τεκτονικές ενότητες την Ανώτερη Τεκτονική Ενότητα (UTU) από σχιστολίθους με παρεμβολές μαρμάρων και την Κατώτερη Τεκτονική Ενότητα (LTU), που συνίσταται από το Ανώτερο Μάρμαρο (UM), τους ενδιάμεσους μαρμαρυγιακούς σχιστολίθους (σχιστόλιθοι Καισαριανής ή Καμάριζας) (SCH) και το Κατώτερο Μάρμαρο (LM), σε επάλληλη διάταξη με σχεδόν οριζόντια ανάπτυξη. Τρεις κύριες γεωλογικές επαφές αποτέλεσαν από την αρχαιότητα αλλά και από τους νεότερους μεταλλευτές, αντικείμενο έρευνας και εκμετάλλευσης αργυρομολυβδούχων κοιτασμάτων του Λαυρίου.Σε όλες τις επαφές αναπτύχθηκαν διαχρονικά διάφορες μεταλλευτικές εκμεταλλεύσεις[7].

Τα σημαντικότερα μεταλλεία βρίσκονται στην περιοχή του οικισμού Πλάκα, περίπου 6 χλμ. βόρεια του Λαυρίου, και στην περιοχή Καμάριζα ή Αγίου Κωνσταντίνου, 5 χλμ δυτικά της πόλης.Η ευρύτερη περιοχή του σημερινού οικισμού της Πλάκας Λαυρεωτικής απετέλεσε σημαντικό μεταλλευτικό κέντρο τόσο κατά την αρχαία όσο και κατά την νεώτερη περίοδο εκμετάλλευσης των μεταλλείων του Λαυρίου. Εντοπίζεται στην κεντρική ζώνη μεταλλοφορίας της Λαυρεωτικής και απέχει 8 χιλιόμετρα από την πόλη της Κερατέας και 6 χιλιόμετρα από το Λαύριο. Ήταν σίγουρα το σημαντικότερο μεταλλευτικό συγκρότημα της Βόρειας πλευράς της Λαυρεωτικής με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη να χρονολογείται στο τέλος του 19ου αι. και τις αρχές του 20ου αι.

Πλάκα Λαυρεωτικής: ένας παράδεισος Γεωλογικής και Μεταλλευτικής κληρονομιάς

Διάσπαρτα σε όλη την περιοχή βρίσκονται εκατοντάδες μικρά μεταλλεία, φρέατα, στοές και διανοίξεις[8], οι περισσότερες με διεύθυνση από Β προς Ν προς την περιοχή του Σουνίου. Πολλές εκβολάδες βρίσκονται σε κοιλώματα ή επί της ακτής της Λαυρεωτικής, ενώ η επίδραση του θαλασσινού νερού στα κατάλοιπα των αρχαίων εξορύξεων έχει δημιουργήσει πολλά ορυκτά, ορισμένα από τα οποία ανευρίσκονται τυπικά στην περιοχή και την χαρακτηρίζουν (type localities, εν συνόλω 26 ορυκτά στα μεταλλεία και 3 στις σκωρίες)[9] . Άλλες περιοχές με μεταλλευτικές / εξορυκτικές δραστηριότητες είναι η Έλαφος, ο Θορικός, η Σουρέζα, το Βρωμοπούσι, ενώ εκτείνονται μέχρι την περιοχή του Σουνίου. Μερικά από τα κυριότερα μεταλλεία είναι τα εξής:

  • Μεταλλείο Αδάμη αρ. 2
  • Χριστιάνα
  • Ζαν Μπατίστ [10]
  • Ιλάριον - km3[11]
  • Ορυχείο Πλάκας αριθ. 80[12]
  • Σερπιέρι
  • Σούνιο, ορυχεία αριθ. 6 και 19[13]

Για την καταμέτρησή των μεταλλωρύχων  πριν την είσοδο στη κύρια στοά και για την αποθήκευση μικρών εργαλείων κατασκευάστηκε ένα κτήριο-θυρωρείο, το οποίο ονομαζόταν από τους εργάτες  ‘’Παρόν’’ λόγω ακριβώς της χρήσης του[14]

Ορυκτά των μεταλλείων

Επεξεργασία
 
Λαυριονίτης από τα μεταλλεία Λαυρίου

Στα μεταλλεία ανευρίσκονται 650 και πλέον ορυκτά, εξ ων τα 23 αποτελούν χαρακτηριστικά για την περιοχή (type localities, TL). Στη Λαυρεωτική γη απαντώνται εκτός από τα ορυκτά των μεταλλείων και τα ορυκτά σκωρίας-λιθαργύρων (slag minerals), τα οποία η IMA τα έχει ονομάσει ανθρωπογενή και δεν ονοματοδοτούνται κατά την ανακάλυψή τους παρά μόνο όταν βρεθούν και στο φυσικό περιβάλλον. Υπολογίζετε πως επί συνόλου στη Λαυρεωτική γη απαντώνται 750 και πλέον ορυκτά, εξ ων τα 31 αποτελούν χαρακτηριστικά για την περιοχή (type localities, TL). Δείγματα αυτών των ορυκτών είναι, ακόμη και σήμερα, περιζήτητα από συλλέκτες και μουσεία, καθώς απαντούν σε μοναδικούς σχηματισμούς, όπως ο αγαρδίτης, ο σερπιερίτης, ο θορικοσίτης, ο λαυριονίτης , ο καμαριζαΐτης, ο γεωργιαδεσίτης κ. ά. Πολλά από τα ορυκτά αυτά εκτίθενται στο Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου[15] και το Ορυκτολογικό-Μεταλλευτικό Μουσείο Καμάριζας Λαυρίου[16]. Κάθε χρόνο ανακαλύπτονται και νέα ορυκτά από την περιοχή της Λαυρεωτικής που ταυτοποιούνται διεθνώς από την ΙΜΑ (International Mineralogical Association) ως παγκοσμίως πρωτότυπα ορυκτά [17][18].

Type Locality Minerals from the Lavrion Mining District

Το μουσείο του Αγίου Κωνσταντίνου στην Καμάριζα, στεγάζεται σε κτίριο του κεντρικού μεταλλευτικού φρέατος. Το κτίριο που στέγαζε την εποχή της λειτουργίας των μεταλλείων , τον μηχανισμό κίνησης του πύργου αναδείχθηκε στη σύγχρονη εποχή σε ένα μικρό αλλά αξιόλογο Ορυκτολογικό Μουσείο. Ορυκτά, εργαλεία, τα μηχανήματα που διασώζονται, φωτογραφίες, κείμενα κλπ. αποτελούν τα σημερινά εκθέματα του μουσείου και κυρίως τα ορυκτά, εξαιρετικής ομορφιάς σε χρώματα και μορφές που γίνονται πλέον μέρος της ιστορίας του χώρου, μνήμη της γης και μνήμη των ανθρώπων.

Το Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου δημιουργήθηκε το 1984 στο παλαιό κτίσμα του θυρωρείου του συγκροτήματος του «Μεταλλοπλυσίου», από την Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής (Ε.ΜΕ.Λ.), η οποία το αφιέρωσε στη μνήμη του μεταλλειολόγου Ανδρέα Κορδέλλα. Στις προθήκες του μουσείου εκτίθενται περίπου 740 δείγματα ορυκτών των μεταλλείων Λαυρίου καθώς και πολλά αργυρά νομίσματα του 4ου π.Χ. αιώνα, κατασκευασμένα από τον άργυρο των μεταλλείων. Υπάρχουν δείγματα μεταλλευτικών και σχετικά κοινών ορυκτών (γαληνίτης, σφαλερίτης, αιματίτης, κερουσίτης κ.ά.) αλλά και ορυκτά πολύ περισσότερο σπάνια, χαρακτηριστικά για την περιοχή (type locality), όπως ο λαυριονίτης, ο σερπιερίτης, ο κτενασίτης, ο γεωργιαδεσίτης, ο θορικοσίτης, ο καμαριζαΐτης, ο ανναβεργίτης κ.ά.

Η Ε.ΜΕ.Λ. εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2018, το βιβλίο των Νίκου Μ. Βουρλάκου και Μιχάλη Γ. Φίτρου με τίτλο "Τα Ορυκτά της Λαυρεωτικής" (ISBN 978-960-85333-5-6), που αποτελεί μια σύγχρονη λεπτομερή καταγραφή όλων των μέχρι σήμερα ευρεθέντων ορυκτών στην περιοχή του Λαυρίου. Το Δεκέμβριο 2019, η Ε.ΜΕ.Λ. πραγματοποίησε με την επιχορήγηση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού την πρώτη αγγλική επικαιροποιημένη έκδοση του βιβλίου των Νίκου Μ. Βουρλάκου[19] και Μιχάλη Γ. Φίτρου[20][21] με τίτλο "The Minerals of Lavrion" (ISBN 978-960-85333-6-3) - καλύπτοντας με αυτόν τον τρόπο και το ξενόγλωσσο κοινό.

Βιβλίο για τα Συλλεκτικά Ορυκτά της Ελλάδος

Εκτός από τα μουσεία, υπάρχουν ιδιωτικές συλλογές σε σπίτια κατοίκων της Καμάριζας και του Λαυρίου, με σημαντικότερες εκείνες των Βασίλη Στεργίου, Ηρακλή Κατσάρου και Αικατ. Καπέλλα[22][23].

Υποβρύχια Εξερεύνηση

Επεξεργασία

Σε ένα από αυτά τα ορυχεία, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών και την εγκατάλειψη του, η εισροή υδάτων που προερχόταν από τον υδροφόρο ορίζοντα, κατέκλυσε τις στοές και «σφράγισε» ολοκληρωτικά το βαθύτερο επίπεδο. Ομάδα περιηγητών Greek Gate, εντόπισε το πλημμυρισμένο τμήμα. Σε συνεργασία με τους σπηλαιοδύτες Ερρίκο Κρανιδιώτη και Στέλιο Σταματάκη τον Ιούλιο του 2019, πραγματοποιήθηκε εξερευνητική κατάδυση και βιντεοσκοπήθηκε για πρώτη φορά πλημμυρισμένο τμήμα μεταλλευτικής στοάς στην Ελλάδα.

Ύστερα από δύσκολη καθοδική πορεία στις στοές του ορυχείου, σε απόσταση τουλάχιστον 500 μέτρων από την είσοδο, οι δύτες έφτασαν στο πλημμυρισμένο τμήμα, την «λίμνη» όπως την αποκαλεί η ομάδα. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα μεγάλο ευρύχωρο θάλαμο, τουλάχιστον 10 μέτρων μήκους και 5 μέτρων πλάτους,  που οδηγεί στις πλημμυρισμένες στοές.

 
Οι δύτες Ερρίκος Κρανιδιώτης και Στέλιος Σταματάκης μετά το πέρας της κατάδυσης.


Υποβρυχίως το ορυχείο συνεχίζει την πορεία του, σε ένα δαιδαλώδες τμήμα στοών, ανοιγμένες στο φυσικό βράχο. Πολλοί είσοδοι των στοών φέρουν ξύλινα υποστυλώματα, ενώ εντοπίζονται απομεινάρια από σιδηροδρομικές γραμμές βαγονιών εξόρυξης που οδηγούσαν στην καρδιά του ορυχείου. Οι δύτες πραγματοποίησαν πορεία τουλάχιστον 100 μέτρων εντός των στοών, καταγράφοντας τις μοναδικές εικόνες. Η διαύγεια και η ορατότητα των υδάτων στο ορυχείο ήταν εκπληκτική.

Η μόνη δυσκολία υποβρυχίως ήταν κατά την επιστροφή των σπηλαιοδυτών όπου συνάντησαν το φαινόμενο «percolation», δηλαδή έντονο ίζημα από τις φυσαλίδες στην οροφή και από τον πεδιλισμό. Το ίζημα προκαλεί σε κάποια τμήματα περιορισμό στην ορατότητα, σχεδόν στο 100%. Κάτι που όπως ανέφεραν οι δύτες είναι ένα φυσιολογικό και αναμενόμενο φαινόμενο στη σπηλαιοκατάδυση σε περιορισμένων διαστάσεων χώρους και για το οποίο έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση και αποκτήσει εμπειρία από σειρά καταδύσεων σε αρκετά σπήλαια στην Ελλάδα. Η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν να φτάσουν οι δύτες με τον απαραίτητο εξοπλισμό στο σημείο της κατάδυσης, κάτι για το οποίο χρειάστηκε τουλάχιστον μιάμιση ώρα πορείας από την είσοδο του ορυχείου. Το νερό ήταν γλυκό και η θερμοκρασία στους 20 βαθμούς.

Η ομάδα τον Ιούλιο και Αύγουστο του 2019 πραγματοποίησε κατάδυση και σε άλλα δύο ορυχεία, στην Πλάκα και στο Ορυχείο 145. Οι πλημμυρισμένες στοές σε αυτά τα δύο ορυχεία εξερευνήθηκαν πλήρως.


Πηγές, Σημειώσεις

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 «Ε. Μ. Π.: Το τεχνολογικό πολιτιστικό πάρκο Λαυρίου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 20 Μαρτίου 2010. 
  2. «Davis University of California». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαρτίου 2010. Ανακτήθηκε στις 20 Μαρτίου 2010. 
  3. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Αρχειοθετήθηκε 2013-07-30 στο Wayback Machine. Μουσείο Σταματιάδη Ορυκτολογίας και Παλαιοντολογίας. Ανακτήθηκε την 26 Ιουλίου 2012
  4. Εκβολάδες ονομάζονται τα απορριφθέντα, λόγω χαμηλής περιεκτικότητας σε άργυρο, μεταλλεύματα που είχαν απορριφθεί από τους παλαιότερους μεταλλωρύχους κατά την εξόρυξη ή τη διαλογή
  5. «Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2015. 
  6. «Πύλη για τον Ελληνικό Ορυκτό Πλούτο:Τεχνολογικό Πάρκο Λαυρίου: άλλοτε και τώρα…». 
  7. «Επαφές των γεωλογικών σχηματισμών. Παραγωγικές δομές του υπόγειου υδάτινου δυναμικού και των Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΟΠΥ)». 
  8. «Η φύλαξη των μεταλλευτικών πηγαδιών, στοών κλπ. της Λαυρεωτικής». 
  9. Mindat.org, Λαύριο
  10. Από το όνομα του Σερπιέρι
  11. Αναφέρεται στη χιλιομετρική απόσταση Λαυρίου - Αγ. Κων/νου
  12. «Η φλεβική μεταλλοφορία "Φιλόνι 80" Πλάκας Λαυρεωτικής». 
  13. Mindat.org, Τα μεταλλεία στο Λαύριο
  14. «Το "θυρωρείο" της Γαλλικής εταιρείας στην κύρια στοά καθόδου στην Καμάριζα Λαυρεωτικής». 
  15. «Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρίου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2014. 
  16. Ορυκτολογικό-Μεταλλευτικό Μουσείο Καμάριζας Λαυρίου
  17. «Katerinopoulosite: Ένα ακόμη μοναδικό παγκοσμίως ορυκτό από το Λαύριο!». 
  18. «700 τα παγκοσμίως πρωτότυπα ορυκτά του Λαυρίου!». 
  19. Vourlakos, Nikos. «https://biblionet.gr/%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%89%CF%80%CE%BF/?personid=127578». Βιβλιοnet.  Εξωτερικός σύνδεσμος στο |title= (βοήθεια)
  20. Fitros, Michalis. «https://biblionet.gr/%cf%80%cf%81%ce%bf%cf%83%cf%89%cf%80%ce%bf/?personid=127579».  Εξωτερικός σύνδεσμος στο |title= (βοήθεια)
  21. Fitros, Michalis. «https://www.researchgate.net/profile/Michalis-Fitros».  Εξωτερικός σύνδεσμος στο |title= (βοήθεια)
  22. Ελληνικός Ορυκτός Πλούτος. «Τα ορυκτά της Λαυρεωτικής». 
  23. «Ορυκτοθήρες, στα μεταλλεία της Λαυρεωτικής». 

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Marinos, G. & Petrascheck, W. E. (1956): Geology and ore deposits of Laurium. Inst. geol. geophys. Meletai 4 (No. 1), 1-247; English 223-236 (αγγλ.)
  • Κατερινόπουλος, A. & Ζησιμοπούλου, E. (1994): Ορυκτά των μεταλλείων Λαυρίου. Εταιρεία Συλλεκτών Ορυκτών και Απολιθωμάτων, Αθήνα
  • Skarpelis, N. (2007): The Lavrion deposit (SE Attica, Greece): geology, mineralogy and minor elements chemistry. Neues Jahrbuch für Mineralogie Abhandlungen, 183, 227-249 (Γερμ.)
  • Κωνσταντίνος Κονοφάγος, Το αρχαίο Λαύριο και η ελληνική τεχνική παραγωγής του Λαυρίου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ, 1980.
  • Γιώργος Ν. Δερμάτης, Μαύρο Φώς. Η μεταλλευτική και μεταλλουργική βιομηχανία στο Λαύρειο 1860-1917: Ελληνική και ευρωπαϊκή διάσταση, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου, 2003.
  • Γιώργος Ν. Δερμάτης, Τα μεταλλεία της Καμάριζας στο Λαύρειο, Ιδιωτική Έκδοση, 2006.
  • Γιώργος Ν. Δερμάτης, Το λιμάνι των εργαστηρίων του Λαυρείου , The Port of the Ergastiria in Lavrion (μετάφραση Σπύρος Ι. Δόικας), Ιδιωτική Έκδοση 2003.
  • Αρτέμης Ψαρομηλίγκου, Βασιλική Λάζου (επιμέλεια) Γιώργος Καραγιάννης, Λήδα Παπαστεφανάκη, Γιούλη Κόκκορη, Γεωργία Μ. Πανσεληνά, Γιώργος Ν. Δερμάτης, Λαυρεωτικά 1869-1873: Η πρώτη αρπαγή δημόσιας περιουσίας : Το ναυάγιο του χρηματιστηριακού Ελντοράντο Ελευθεροτυπία-Ιστορικά, 2011.
  • Franz Fritz von Dücker. Συμβολήστην ιστορία του λαυρεωτικού ζητήματος 1871-1873 / Franz Fritz Von Dücker, Bernhard Von

Cotta · μετάφραση Γιώργος Ν. Κατραμπασάς · επιμέλεια Γιώργος Ν. Δερμάτης, Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής, 2007.

  • Νίκος Μπελαβίλας, Ελένη Καλαφάτη, Χριστίνα Τσιτσιμπίκου, Αντώνης Πλυτάς, Γιάννης, Τσίλης, Όλγα Σενή, Σύλβια Κεραστετζή (Η βιομηχανική πόλη του Λαυρίου, Επισκόπηση της μεταλλουργίας του μολύβδου, Η Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου, Η Επίπλευση της Γαλλικής Εταιρείας, Το Μηχανουργείο της Γαλλικής Εταιρείας, η Γαλλική Σκάλα και η Αποθήκη της Γαλλικής Εταιρείας στο λιμάνι του Λαυρίου, Το μεταλλευτικό φρέαρ "J.B.Serpieri" στην Καμάριζα), στο Γιάννης Πολύζος, Βασίλης Παναγιωτόπουλος, Χριστίνα Αγριαντώνη, Νίκος Μπελαβίλας, Ιστορικός βιομηχανικός εξοπλισμός στην Ελλάδα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ και Εκδόσεις Οδυσσέας, 1998, σελ. 95-138.
  • Νίκος Μ. Βουρλάκος - Μιχάλης Γ. Φίτρος: Τα Ορυκτά της Λαυρεωτικής, Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής, 2018 (ISBN 978-960-85333-5-6)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία
Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ