motoculture

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
motoculture motocultures

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

motoculture (fr) θηλυκό